Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



φλυαρίαν, τὴν


Ερμηνεία:

 [η φλυαρία, της φλυαρίας (η πολυλογία, το να μιλάει κανείς χωρίς να αφήνει τον συνομιλητή του να λάβει τον λόγο και να λέγει μη ουσιώδη πράγματα] 



Ετυμολογία:

[< Ομηρος φλύω (είμαι χυμώδης, ανθηρός, ξεχειλίζω, αναβρύζω, κυματίζω < φλυαρέω, -ώ (μωρολογώ, λέγω ανοησίες (αναφέρεται τρεις φορές στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο) < φλύαρος (αναφέρεται στην α΄επιστολή του απ. Παύλου προς τον Τιμόθεο)]

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

… καὶ τὴν φιλοφροσύνην της, τὴν ψευτοπολιτικήν της, τὴν φλυαρίαν της, … [Ο έρωτας στα χιόνια].



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: